Ταυτόχρονα στα γερμανικά

Μετάφραση: ταυτόχρονα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zutreffend, simultane, gleichzeitig, simultan, zugleich, gleichzeitigen, gleichzeitige
Ταυτόχρονα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονα

ταυτόχρονα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμο, εομ ταυτόχρονα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, ταυτόχρονα λεξικό γλώσσας γερμανικά, ταυτόχρονα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ταυτίζω στα γερμανικά - identifizieren, identisch, gleich, identische, identischen, gleiche
  • ταυτότητα στα γερμανικά - nämlichkeit, identität, kennung, identifikation, ausweis, identifizierung, gleichheit, ...
  • ταυτόχρονος στα γερμανικά - gleichzeitig, simultan, gleichzeitige, gleichzeitigen, gleichzeitiger
  • ταφή στα γερμανικά - beerdigung, bestattung, beisetzung, begräbnis, Beerdigung, Bestattung, Beisetzung, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zutreffend, simultane, gleichzeitig, simultan, zugleich, gleichzeitigen, gleichzeitige