Απασχόληση στα λετονικά
Μετάφραση: απασχόληση, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iztika, nodarbinātība, nodarbinātības, nodarbinātību, darba, nodarbinātībai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απασχόληση
απασχόληση συνώνυμα, απασχόληση συνταξιούχων δημοσίου, απασχόληση παιδιών, απασχόληση αλλοδαπού, απασχόληση δικηγόρων με έμμισθη εντολή στις ανεξάρτητες αρχές, απασχόληση λεξικό γλώσσας λετονικά, απασχόληση στα λετονικά
Μεταφράσεις
- απασχολημένος στα λετονικά - aizņemts, aizņemta, aizņemti, aizñemts
- απασχολώ στα λετονικά - aizņemts, aizņemta, aizņemti, aizñemts
- απατεώνας στα λετονικά - izliekties, saliekt, kriminālnoziedznieks, noziedznieks, izliekt, ķeksis, spieķis, ...
- απατηλός στα λετονικά - ticams
Τυχαίες λέξεις
Απασχόληση στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: iztika, nodarbinātība, nodarbinātības, nodarbinātību, darba, nodarbinātībai
Μεταφράσεις: iztika, nodarbinātība, nodarbinātības, nodarbinātību, darba, nodarbinātībai