Ιδιωτικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ιδιωτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыватны, прыватная, прыватную
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιωτικός
ιδιωτικός τομέας άδειες, ιδιωτικός αστυνομικός ασφαλείας, ιδιωτικός ερευνητής, ιδιωτικός ντετέκτιβ, ιδιωτικός υπάλληλος στα αγγλικά, ιδιωτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ιδιωτικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ιδιοτέλεια στα λευκορωσικά - эгаізм
- ιδιοτελής στα λευκορωσικά - карыслівы, карыслівая, карысьлівы, зайздросны
- ιδιόμορφος στα λευκορωσικά - своеасаблівы, своеасаблівая, своеасаблівую, сваеасаблівы
- ιδιότητα στα λευκορωσικά - ўласцівасць, уласцівасць
Τυχαίες λέξεις
Ιδιωτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прыватны, прыватная, прыватную
Μεταφράσεις: прыватны, прыватная, прыватную