Ιδιωτικός στα πολωνικά

Μετάφραση: ιδιωτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poufny, ustronny, tajny, szeregowiec, prywatny, prywata, szeregowy, prywatne, prywatną, prywatnego, prywatna
Ιδιωτικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιωτικός

ιδιωτικός τομέας άδειες, ιδιωτικός αστυνομικός ασφαλείας, ιδιωτικός ερευνητής, ιδιωτικός ντετέκτιβ, ιδιωτικός υπάλληλος στα αγγλικά, ιδιωτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ιδιωτικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ιδιοτέλεια στα πολωνικά - egoizm, autofilia, sobkostwo, samolubstwo, egoizmu, egoizmem, samolubstwa
  • ιδιοτελής στα πολωνικά - egoistyczny, samolubny, własnym interesem, się własnym interesem, interesowne
  • ιδιόμορφος στα πολωνικά - dziwaczny, osobliwy, szczególny, niezwykły, dziwny, pojedynczy, indywidualny, ...
  • ιδιότητα στα πολωνικά - przyporządkować, właściwość, przymiot, cecha, przydawka, własność, przymiotnik, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιδιωτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: poufny, ustronny, tajny, szeregowiec, prywatny, prywata, szeregowy, prywatne, prywatną, prywatnego, prywatna