Ιδιωτικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: ιδιωτικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
privatus, asmeninįpranešimą, privataus, privati, privačios
Ιδιωτικός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιωτικός

ιδιωτικός τομέας άδειες, ιδιωτικός αστυνομικός ασφαλείας, ιδιωτικός ερευνητής, ιδιωτικός ντετέκτιβ, ιδιωτικός υπάλληλος στα αγγλικά, ιδιωτικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ιδιωτικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ιδιοτέλεια στα λιθουανικά - savanaudiškumas, egoizmas, savanaudiškumo, savanaudiškumą, savanaudiškumui
  • ιδιοτελής στα λιθουανικά - savarankiškai, savęs, savaime, savitarnos, save
  • ιδιόμορφος στα λιθουανικά - savotiškas, Savas, ypatinga, ypatingas, savotiška
  • ιδιότητα στα λιθουανικά - savybė, požymis, turtas, nuosavybė, objekto, turto, nuosavybės
Τυχαίες λέξεις
Ιδιωτικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: privatus, asmeninįpranešimą, privataus, privati, privačios