Προσωπικά στα λευκορωσικά

Μετάφραση: προσωπικά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
асабіста
Προσωπικά στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικά

προσωπικά δάνεια, προσωπικά δεδομένα μαθητών στέλνει υπουργείο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, προσωπικά ρέμος, προσωπικά ελένη δήμου στίχοι, προσωπικά ρέμος στίχοι, προσωπικά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, προσωπικά στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • προσχώρηση στα λευκορωσικά - ўступленне, уступленне, ўступ, ўступленьне, уступ
  • προσωπείο στα λευκορωσικά - маска
  • προσωπικό στα λευκορωσικά - супрацоўнікі
  • προσωπικός στα λευκορωσικά - чисты, асабісты, асабовы
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: асабіста