Προσωπικά στα σουηδικά

Μετάφραση: προσωπικά, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
personligen, personligt, själv, personlig, personliga
Προσωπικά στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπικά

προσωπικά δάνεια, προσωπικά δεδομένα μαθητών στέλνει υπουργείο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, προσωπικά ρέμος, προσωπικά ελένη δήμου στίχοι, προσωπικά ρέμος στίχοι, προσωπικά λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσωπικά στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • προσχώρηση στα σουηδικά - anslutning, anslutningen, anslutnings, en anslutning
  • προσωπείο στα σουηδικά - maskera, mask, dölja, maskerar, döljer
  • προσωπικό στα σουηδικά - stab, personal, personalen, anställda, personal som
  • προσωπικός στα σουηδικά - enskild, personlig, personliga, person, personligt
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικά στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: personligen, personligt, själv, personlig, personliga