Άτρακτος στα λιθουανικά
Μετάφραση: άτρακτος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
velenas, suklys, suklio, verpstės, suklį
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτρακτος
ωριαία άτρακτος, μυική άτρακτος, μιτωτική άτρακτοσ, άτρακτος αεροσκάφους, άτρακτος ανεμογεννήτριας, άτρακτος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άτρακτος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- άτομο στα λιθουανικά - žmogus, atomas, asmuo, dalelytė, asmeniui, asmens
- άτονος στα λιθουανικά - ištižęs, nuobodus, Gurdens, neveiklus, Gnuśny
- άτρωτος στα λιθουανικά - nepažeidžiamas, nesužeidžiamas, nepažeidžiami, Ne sužeidimo, Neievainojams
- άτυπος στα λιθουανικά - neoficialus, neformalus, neformali, neoficiali, neformalaus
Τυχαίες λέξεις
Άτρακτος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: velenas, suklys, suklio, verpstės, suklį
Μεταφράσεις: velenas, suklys, suklio, verpstės, suklį