Άτρακτος στα σουηδικά
Μετάφραση: άτρακτος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spindel, spindeln
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτρακτος
ωριαία άτρακτος, μυική άτρακτος, μιτωτική άτρακτοσ, άτρακτος αεροσκάφους, άτρακτος ανεμογεννήτριας, άτρακτος λεξικό γλώσσας σουηδικά, άτρακτος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- άτομο στα σουηδικά - individuell, personlig, enskild, individ, atom, person, personen, ...
- άτονος στα σουηδικά - trög, matt, languid, slappa, ovårdade, tynande
- άτρωτος στα σουηδικά - osårbar, osårbara, invulnerable, osårbart, odödlig
- άτυπος στα σουηδικά - informella, informell, informellt
Τυχαίες λέξεις
Άτρακτος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: spindel, spindeln
Μεταφράσεις: spindel, spindeln