Άτρακτος στα τσεχικά
Μετάφραση: άτρακτος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trup, vřeteno, vřetena, vřetene, Hlava vřetena, čep
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτρακτος
ωριαία άτρακτος, μυική άτρακτος, μιτωτική άτρακτοσ, άτρακτος αεροσκάφους, άτρακτος ανεμογεννήτριας, άτρακτος λεξικό γλώσσας τσεχικά, άτρακτος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- άτομο στα τσεχικά - zvláštní, zrnko, částice, jednotlivec, individuální, člověk, postava, ...
- άτονος στα τσεχικά - netečný, lenivý, líný, loudavý, pomalý, malátný, malátná, ...
- άτρωτος στα τσεχικά - odolný, nezranitelný, nezranitelná, nezranitelní, nezranitelné, imunní
- άτυπος στα τσεχικά - atypický, neformální, informálního, neformálním, informální, neformálního
Τυχαίες λέξεις
Άτρακτος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: trup, vřeteno, vřetena, vřetene, Hlava vřetena, čep
Μεταφράσεις: trup, vřeteno, vřetena, vřetene, Hlava vřetena, čep