Οφθαλμός στα φινλανδικά

Μετάφραση: οφθαλμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keskipiste, silmu, keskiö, silmä, silmäillä, keskus, silmän, eye, silmien, silmällä
Οφθαλμός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οφθαλμός

οφθαλμός ηλιούπολη, οφθαλμός του βόνταν, οφθαλμός οπτικά, οφθαλμόσ αντί οφθαλμού, οφθαλμός γλυφάδα, οφθαλμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, οφθαλμός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ουσιώδης στα φινλανδικά - elintärkeä, perusteellinen, perustava, vireä, pakko, ensisijainen, olennainen, ...
  • οφείλω στα φινλανδικά - olla velkaa, velkaa, sen velkaa, ansiota
  • οχετός στα φινλανδικά - hormi, kuivatus, viemäri, valutus, salaojitus, vako, kanava, ...
  • οχιά στα φινλανδικά - lisääjä, laskukone, kyy, kyykäärme, Viper, kyykäärmeen
Τυχαίες λέξεις
Οφθαλμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: keskipiste, silmu, keskiö, silmä, silmäillä, keskus, silmän, eye, silmien, silmällä