Οφθαλμός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: οφθαλμός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
центарот, окото, око, очите, очи, внимава
Οφθαλμός στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οφθαλμός

οφθαλμός ηλιούπολη, οφθαλμός του βόνταν, οφθαλμός οπτικά, οφθαλμόσ αντί οφθαλμού, οφθαλμός γλυφάδα, οφθαλμός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οφθαλμός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ουσιώδης στα σλαβομακεδονικά - од суштинско значење, суштинско значење, суштинско, суштински, основните
  • οφείλω στα σλαβομακεδονικά - должиме, должам, должат, должите, го должат
  • οχετός στα σλαβομακεδονικά - исцеди, се исцеди, потрошувачка, одвод, мозоци
  • οχιά στα σλαβομακεδονικά - Viper, змија, вајпер
Τυχαίες λέξεις
Οφθαλμός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: центарот, окото, око, очите, очи, внимава