Ενοποίηση στα ρουμανικά
Μετάφραση: ενοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fuziune, consolidare, consolidarea, de consolidare, consolidării, consolidare a
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοποίηση
ενοποίηση τραπεζών, ενοποίηση συνώνυμο, ενοποίηση ιταλίας, ενοποίηση επικουρικών ταμείων, ενοποίηση ταμείων, ενοποίηση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενοποίηση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ενοικιάζομαι στα ρουμανικά - enoikiazomai
- ενοικιάζω στα ρουμανικά - chirie, inchiriat, inchiriere, închiriat, chiria
- ενοποιώ στα ρουμανικά - uni, unifica, unifice, unificarea, unificare
- ενορία στα ρουμανικά - parohie, parohială, paroh, parohia, parohiei
Τυχαίες λέξεις
Ενοποίηση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fuziune, consolidare, consolidarea, de consolidare, consolidării, consolidare a
Μεταφράσεις: fuziune, consolidare, consolidarea, de consolidare, consolidării, consolidare a