Ανικανότητα στα σλοβενικά

Μετάφραση: ανικανότητα, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
slabost, impotenca, impotence, impotenco, nemoč, impotenci
Ανικανότητα στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανικανότητα

ανικανότητα εκσπερμάτωσης, ανικανότητα συνώνυμο, δικαιοπρακτική ανικανότητα, ανδρική ανικανότητα, ανικανότητα μεταφραση, ανικανότητα λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανικανότητα στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • ανιδιοτέλεια στα σλοβενικά - nesebičnost, brezosebnost
  • ανιδιοτελής στα σλοβενικά - nesebično, nesebična, nesebični, nesebičen, nesebične
  • ανιμισμός στα σλοβενικά - Animizam, animizmu, animizem
  • ανισότητα στα σλοβενικά - neenakost, neenakosti, je neenakost, neenako, neenakopravnosti
Τυχαίες λέξεις
Ανικανότητα στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: slabost, impotenca, impotence, impotenco, nemoč, impotenci