Κορσέ στα ισπανικά

Μετάφραση: κορσέ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
corsé, del corsé, corsé de, el corsé, corset
Κορσέ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορσέ

κορσέ εγκυμοσύνης, κορσέ αδυνατίσματος, κονέ κορσέ, κορσέ λεξικό γλώσσας ισπανικά, κορσέ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κοροϊδεύω στα ισπανικά - engañar, incauto, inocentón, víctima, dupe
  • κορσάζ στα ισπανικά - corpiño, ramillete, corsage, ramillete de, de corsage, del ramillete
  • κορυδαλλός στα ισπανικά - travesura, alondra, Lark, broma, la alondra, de Lark
  • κορυφή στα ισπανικά - ápice, cumbre, pico, cúspide, cima, superficie, auge, ...
Τυχαίες λέξεις
Κορσέ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: corsé, del corsé, corsé de, el corsé, corset