Κορσέ στα ισλανδικά

Μετάφραση: κορσέ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
corset
Κορσέ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορσέ

κορσέ εγκυμοσύνης, κορσέ αδυνατίσματος, κονέ κορσέ, κορσέ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κορσέ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κοροϊδεύω στα ισλανδικά - asni, auli, fífl, kjáni, Dupe
  • κορσάζ στα ισλανδικά - corsage
  • κορυδαλλός στα ισλανδικά - Lark
  • κορυφή στα ισλανδικά - efst, með hæstu, toppur, efstu, topp
Τυχαίες λέξεις
Κορσέ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: corset