Εγκλεισμός στα αλβανικά
Μετάφραση: εγκλεισμός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
encapsulation, inkapsulimin, encapsulation në
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλεισμός
εγκλεισμός ετυμολογία, εγκλεισμός ορισμός, εγκλεισμός συνώνυμο, εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, αποκλεισμός ατόμων με ειδικές ανάγκες, εγκλεισμός λεξικό γλώσσας αλβανικά, εγκλεισμός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικός στα αλβανικά - i trurit, trunor, cerebrale, cerebral, trurit
- εγκλείω στα αλβανικά - mbështjell, fut në kuti, ambalazhoj, mbyll
- εγκληματίας στα αλβανικά - kriminal, penal, penale, kriminale, kriminel
- εγκληματικός στα αλβανικά - kriminal, penal, penale, kriminale, kriminel
Τυχαίες λέξεις
Εγκλεισμός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: encapsulation, inkapsulimin, encapsulation në
Μεταφράσεις: encapsulation, inkapsulimin, encapsulation në