Εγκλεισμός στα γερμανικά
Μετάφραση: εγκλεισμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
internierung, Verkapselung, Encapsulation, Kapselung, Einkapselung, Die Verkapselung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλεισμός
εγκλεισμός ετυμολογία, εγκλεισμός ορισμός, εγκλεισμός συνώνυμο, εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, αποκλεισμός ατόμων με ειδικές ανάγκες, εγκλεισμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, εγκλεισμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικός στα γερμανικά - zerebral, zerebralen, Hirn, zerebrale, Gehirn
- εγκλείω στα γερμανικά - umhüllen, EnCase, einhüllen, ummanteln
- εγκληματίας στα γερμανικά - kriminell, nachlässig, lässig, verbrecher, delinquent, verbrecherisch, straffällig, ...
- εγκληματικός στα γερμανικά - kriminell, verbrecher, verbrecherisch, Verbrecher, kriminelle, strafrechtlich, kriminellen
Τυχαίες λέξεις
Εγκλεισμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: internierung, Verkapselung, Encapsulation, Kapselung, Einkapselung, Die Verkapselung
Μεταφράσεις: internierung, Verkapselung, Encapsulation, Kapselung, Einkapselung, Die Verkapselung