Εγκλεισμός στα ισπανικά

Μετάφραση: εγκλεισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
internamiento, La encapsulación, encapsulación, El encapsulado, Encapsulamiento, de encapsulación
Εγκλεισμός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκλεισμός

εγκλεισμός ετυμολογία, εγκλεισμός ορισμός, εγκλεισμός συνώνυμο, εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, αποκλεισμός ατόμων με ειδικές ανάγκες, εγκλεισμός λεξικό γλώσσας ισπανικά, εγκλεισμός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • εγκεφαλικός στα ισπανικά - cerebral, cerebrales, cerebro
  • εγκλείω στα ισπανικά - encerrar, revestir, EnCase, de EnCase, encajona
  • εγκληματίας στα ισπανικά - reo, malhechor, criminal, delincuente, delictivo, penal, penales, ...
  • εγκληματικός στα ισπανικά - reo, delincuente, malhechor, criminal, delictivo, penal, penales, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκλεισμός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: internamiento, La encapsulación, encapsulación, El encapsulado, Encapsulamiento, de encapsulación