Εγκλεισμός στα φινλανδικά
Μετάφραση: εγκλεισμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
Kotelointi, Encapsulation, Kapselointi, kapseloinnin, Kotelomateriaali
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλεισμός
εγκλεισμός ετυμολογία, εγκλεισμός ορισμός, εγκλεισμός συνώνυμο, εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, αποκλεισμός ατόμων με ειδικές ανάγκες, εγκλεισμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εγκλεισμός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικός στα φινλανδικά - hengen, henkinen, aivojen, CP, aivo-, aivoinfarktin
- εγκλείω στα φινλανδικά - koteloida, EnCase
- εγκληματίας στα φινλανδικά - lurjus, rikollinen, kelmi, konna, huolimaton, nuorisorikollinen, valitettava, ...
- εγκληματικός στα φινλανδικά - valitettava, lurjus, kelmi, rikollinen, rikosoikeudellisia, rikosoikeudellisten, rikollisen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκλεισμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: Kotelointi, Encapsulation, Kapselointi, kapseloinnin, Kotelomateriaali
Μεταφράσεις: Kotelointi, Encapsulation, Kapselointi, kapseloinnin, Kotelomateriaali