Στέρηση στα αλβανικά

Μετάφραση: στέρηση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
heqje, privimi, heqja, privim, privimin
Στέρηση στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέρηση

στέρηση νικοτίνης, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση προσωπικής ελευθερίας, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, υστέρηση συνώνυμα, στέρηση λεξικό γλώσσας αλβανικά, στέρηση στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • στέμμα στα αλβανικά - kurorë, kurora, kurorën, kurorë të, kurora e
  • στένωση στα αλβανικά - stenozë, stenoza, ngushtim kanali, stenozat
  • στέψη στα αλβανικά - kurorëzim, kurorëzimi, kurorëzimit, kurorëzimin
  • στήθος στα αλβανικά - kraharor, gji, gjoks, sisë, gjoksi, gjoksin, kraharori, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέρηση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: heqje, privimi, heqja, privim, privimin