Στέρηση στα ρουμανικά

Μετάφραση: στέρηση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
privare, privarea, privative, privarea de, privativă
Στέρηση στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέρηση

στέρηση νικοτίνης, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση προσωπικής ελευθερίας, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, υστέρηση συνώνυμα, στέρηση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, στέρηση στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • στέμμα στα ρουμανικά - coroană, culme, coroana, coroanei, cunună, coroana de
  • στένωση στα ρουμανικά - obstacol, impediment, stenoză, stenoza, stenozei, stenoze, stenoză de
  • στέψη στα ρουμανικά - încoronare, încoronarea, încoronării, de încoronare, incoronare
  • στήθος στα ρουμανικά - sân, piept, pieptul, în piept, toracică, in piept
Τυχαίες λέξεις
Στέρηση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: privare, privarea, privative, privarea de, privativă