Στέρηση στα νορβηγικά
Μετάφραση: στέρηση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
deprivasjon, deprivation, mangel, berøvelse, nød
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέρηση
στέρηση νικοτίνης, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση προσωπικής ελευθερίας, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, υστέρηση συνώνυμα, στέρηση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, στέρηση στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- στέμμα στα νορβηγικά - spiss, topp, toppunkt, krone, crown, kronen
- στένωση στα νορβηγικά - hindring, stenose, stenosis, stenoser, innsnevring, stenosen
- στέψη στα νορβηγικά - kroning, kroningen, Coronation, kronings, kronet
- στήθος στα νορβηγικά - kiste, barm, bryst, brystkasse, brystet, fargede
Τυχαίες λέξεις
Στέρηση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: deprivasjon, deprivation, mangel, berøvelse, nød
Μεταφράσεις: deprivasjon, deprivation, mangel, berøvelse, nød