Στέρηση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στέρηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пазбаўленне, пазбаўленьне, пазбаўлення
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέρηση
στέρηση νικοτίνης, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση προσωπικής ελευθερίας, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, υστέρηση συνώνυμα, στέρηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στέρηση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στέμμα στα λευκορωσικά - высокi, буда, карона, Корона
- στένωση στα λευκορωσικά - стэноз
- στέψη στα λευκορωσικά - каранацыя, каранаванне, каранацыі
- στήθος στα λευκορωσικά - грудзi, грудзі
Τυχαίες λέξεις
Στέρηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пазбаўленне, пазбаўленьне, пазбаўлення
Μεταφράσεις: пазбаўленне, пазбаўленьне, пазбаўлення