Όριο στα γερμανικά
Μετάφραση: όριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rand, grenzlinie, grenze, Grenze, Grenzwert, Limit, Grenz
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όριο
όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, όριο απουσιών, όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, όριο απευθείας ανάθεσης έργου, όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, όριο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- όρεξη στα γερμανικά - begierde, appetit, Appetit, Lust, den Appetit, Appetits
- όρθιος στα γερμανικά - vertikal, senkrecht, leumund, stehend, stramm, züchtig, gerade, ...
- όρκος στα γερμανικά - fluch, gelöbnis, eid, geloben, gelübde, schwur, Eid, ...
- όρος στα γερμανικά - semester, reittier, bedingung, laufzeit, ausdruck, gebirge, berg, ...
Τυχαίες λέξεις
Όριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: rand, grenzlinie, grenze, Grenze, Grenzwert, Limit, Grenz
Μεταφράσεις: rand, grenzlinie, grenze, Grenze, Grenzwert, Limit, Grenz