Όριο στα ρουμανικά

Μετάφραση: όριο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
limită, limita, limită de, limita de, limite
Όριο στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όριο

όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, όριο απουσιών, όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, όριο απευθείας ανάθεσης έργου, όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όριο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, όριο στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • όρεξη στα ρουμανικά - apetit, apetitului, apetitul, poftei de mâncare, apetitului alimentar
  • όρθιος στα ρουμανικά - vertical, drept, verticală, poziție verticală, în poziție verticală
  • όρκος στα ρουμανικά - jurământ, jurământul, sub jurământ, propria răspundere, jurămînt
  • όρος στα ρουμανικά - munte, termen, pe termen, termenul, durată, perioadă
Τυχαίες λέξεις
Όριο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: limită, limita, limită de, limita de, limite