Όριο στα ουγγρικά
Μετάφραση: όριο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
határ, korlátozás, határérték, limit, határértéket
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όριο
όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, όριο απουσιών, όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, όριο απευθείας ανάθεσης έργου, όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όριο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, όριο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- όρεξη στα ουγγρικά - vágy, étvágy, étvágyat, étvágya, az étvágyat, étvágyát
- όρθιος στα ουγγρικά - parkolás, támasztóoszlop, maradandó, álló, állomásozás, becsületes, függőleges, ...
- όρκος στα ουγγρικά - eskü, esküt, eskü alatt, eskü alatt tett
- όρος στα ουγγρικά - határnap, kifejezés, szemeszter, tag, szó, foglalat, szakszó, ...
Τυχαίες λέξεις
Όριο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: határ, korlátozás, határérték, limit, határértéket
Μεταφράσεις: határ, korlátozás, határérték, limit, határértéket