Όριο στα πολωνικά
Μετάφραση: όριο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
granica, rubież, limit, ograniczenie, limitu, ograniczenia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όριο
όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, όριο απουσιών, όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, όριο απευθείας ανάθεσης έργου, όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όριο λεξικό γλώσσας πολωνικά, όριο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- όρεξη στα πολωνικά - żądza, apetyt, łaknienie, apetytu, apetyt na, łaknienia, apetytu na
- όρθιος στα πολωνικά - stały, prostolinijny, wyprostowany, stanie, obowiązujący, rzetelny, reputacja, ...
- όρκος στα πολωνικά - ślubowanie, przyrzeczenie, przysięga, ślub, ślubować, przekleństwo, oath, ...
- όρος στα πολωνικά - określenie, pojęcie, wspinać, termin, szczyt, przyłączyć, stosunek, ...
Τυχαίες λέξεις
Όριο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: granica, rubież, limit, ograniczenie, limitu, ograniczenia
Μεταφράσεις: granica, rubież, limit, ograniczenie, limitu, ograniczenia