Όριο στα λατινικά
Μετάφραση: όριο, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
finis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όριο
όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, όριο απουσιών, όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης, όριο απευθείας ανάθεσης έργου, όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όριο λεξικό γλώσσας λατινικά, όριο στα λατινικά
Μεταφράσεις
- όρεξη στα λατινικά - orexis
- όρθιος στα λατινικά - probus, pius, rectus
- όρκος στα λατινικά - votum, voveo
- όρος στα λατινικά - mons, condicio
Τυχαίες λέξεις
Όριο στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: finis
Μεταφράσεις: finis