Κατήφεια στα λετονικά

Μετάφραση: κατήφεια, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
drūmums, tumsa, grūtsirdība, apmākties, aptumšot
Κατήφεια στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατήφεια

κατήφεια σημασια, κατήφεια ετυμολογία, κατήφεια λεξικο, κατήφεια συνώνυμο, κατήφεια λεξικό γλώσσας λετονικά, κατήφεια στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • κατέχω στα λετονικά - turēt, turiet, rīkot, turiet nospiestu, tur
  • κατήγορος στα λετονικά - prokurors, prokuroram, prokurore, prokurora, prokurore un
  • κατήφορος στα λετονικά - lejup, kalnu, lejup no kalna, taka, kalna
  • καταβάλλω στα λετονικά - pārspēt, iekarot, uzvarēt, uzveikt, pārspētu, pārvarēt
Τυχαίες λέξεις
Κατήφεια στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: drūmums, tumsa, grūtsirdība, apmākties, aptumšot