Αναστέλλω στα ουγγρικά
Μετάφραση: αναστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gátolják, gátolja, gátolják a, gátolni, gátlására
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστέλλω
αναστέλλω αντωνυμο, αναστέλλω τι σημαινει, αναστέλλω συνώνυμο, αναστέλλω λεξικο, αναστέλλω ορισμός, αναστέλλω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναστέλλω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ανασκόπηση στα ουγγρικά - folyóirat, felülvizsgálat, földmérés, áttanulmányozás, szemle, számbavétel, recenzió, ...
- αναστάτωση στα ουγγρικά - szétszakadás, faksznizás, zavar, zavarok, megzavarása, zavarokat, zavara
- αναστατώνω στα ουγγρικά - felborulás, tömörített, duzzasztott, zömített, izgat, nyugtalanság, kapkodni, ...
- αναστενάζω στα ουγγρικά - sóhajtás, sóhaj, sóhajt, sóhajtott, sóhajjal, sóhajtva
Τυχαίες λέξεις
Αναστέλλω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gátolják, gátolja, gátolják a, gátolni, gátlására
Μεταφράσεις: gátolják, gátolja, gátolják a, gátolni, gátlására