Διαπλοκή στα αλβανικά
Μετάφραση: διαπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gërshetim, ndërthurje, ndërthurja, gershetim
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπλοκή
διαπλοκή συνωνυμο, διαπλοκή ορισμός, διαπλοκή english, διαπλοκή μετάφραση, οδηγόσ διαπλοκή, διαπλοκή λεξικό γλώσσας αλβανικά, διαπλοκή στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- διαπιστώνω στα αλβανικά - shënim, shënimi, note, notë, shënim i
- διαπληκτίζομαι στα αλβανικά - ngatëresë, luftoj, argumentoj, argumentojnë, të argumentojnë, thonë, argumentuar
- διαπράττω στα αλβανικά - kryej, bëj, angazhohen, të kryer, kryejnë
- διαπρέπω στα αλβανικά - preeminent, i shquar, shquar, shquhet
Τυχαίες λέξεις
Διαπλοκή στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: gërshetim, ndërthurje, ndërthurja, gershetim
Μεταφράσεις: gërshetim, ndërthurje, ndërthurja, gershetim