Διαπλοκή στα ισπανικά
Μετάφραση: διαπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
entrelazamiento, entretejido, imbricación, entretejer, entrecruzamiento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπλοκή
διαπλοκή συνωνυμο, διαπλοκή ορισμός, διαπλοκή english, διαπλοκή μετάφραση, οδηγόσ διαπλοκή, διαπλοκή λεξικό γλώσσας ισπανικά, διαπλοκή στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διαπιστώνω στα ισπανικά - basar, constituir, edificar, cimentar, plantear, fundar, instituir, ...
- διαπληκτίζομαι στα ισπανικά - reñir, disputa, argüir, gresca, riña, cuestionar, rifa, ...
- διαπράττω στα ισπανικά - perpetrar, cometer, comprometerse, comprometer, comprometan, compromiso
- διαπρέπω στα ισπανικά - sobresalir, campar, superar, preeminente, excelencia, por excelencia, prominente, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαπλοκή στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: entrelazamiento, entretejido, imbricación, entretejer, entrecruzamiento
Μεταφράσεις: entrelazamiento, entretejido, imbricación, entretejer, entrecruzamiento