Διαπλοκή στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: διαπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
испреплетување, испреплетувањето, испреплетеност, преплетувањето, преплетување
Διαπλοκή στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπλοκή

διαπλοκή συνωνυμο, διαπλοκή ορισμός, διαπλοκή english, διαπλοκή μετάφραση, οδηγόσ διαπλοκή, διαπλοκή λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διαπλοκή στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • διαπιστώνω στα σλαβομακεδονικά - Забелешка, белешка, нота, белешката, предвид
  • διαπληκτίζομαι στα σλαβομακεδονικά - се расправаат, тврдат, расправаат, тврди, велат
  • διαπράττω στα σλαβομακεδονικά - заложат, посветат, се заложат, извршат, се изврши
  • διαπρέπω στα σλαβομακεδονικά - Шешељ, бележит, еминентни
Τυχαίες λέξεις
Διαπλοκή στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: испреплетување, испреплетувањето, испреплетеност, преплетувањето, преплетување