Διαπλοκή στα τσεχικά

Μετάφραση: διαπλοκή, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zásah, zákrok, zakročení, prolínání, proplétání, interweaving
Διαπλοκή στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπλοκή

διαπλοκή συνωνυμο, διαπλοκή ορισμός, διαπλοκή english, διαπλοκή μετάφραση, οδηγόσ διαπλοκή, διαπλοκή λεξικό γλώσσας τσεχικά, διαπλοκή στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • διαπιστώνω στα τσεχικά - otevřít, ustálit, zavést, zjišťovat, stanovit, zřídit, ustanovit, ...
  • διαπληκτίζομαι στα τσεχικά - argumentovat, potyčka, přemluvit, hádka, pře, dokazovat, debatovat, ...
  • διαπράττω στα τσεχικά - svěřit, dopustit, páchat, spáchat, předložit, kompromitovat, zavázat, ...
  • διαπρέπω στα τσεχικά - vynikat, vyniknout, excelovat, vyznamenat, předčit, výtečný, vynikající, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαπλοκή στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zásah, zákrok, zakročení, prolínání, proplétání, interweaving