Πεποίθηση στα ισπανικά
Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
creencia, convencimiento, credo, crédito, fe, condena, convicción, convicción de, la convicción
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεποίθηση
δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, πεποίθηση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- πεπαλαιωμένος στα ισπανικά - desgastado, desgastada, gastado, agotado, gastada
- πεπερασμένος στα ισπανικά - finito, finita, finitos, finitas, limitado
- πεπρωμένο στα ισπανικά - suerte, destino, fatalidad, sino, azar, el destino, destinos, ...
- πεπτικός στα ισπανικά - alimentario, alimenticio, digestivo, digestivos, digestiva, digestivas, digestive
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: creencia, convencimiento, credo, crédito, fe, condena, convicción, convicción de, la convicción
Μεταφράσεις: creencia, convencimiento, credo, crédito, fe, condena, convicción, convicción de, la convicción