Πεποίθηση στα κροατικά
Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osuda, vjerovanja, vjera, vjerovanje, uvjerenje, presuda, uvjerenju, je uvjerenje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεποίθηση
δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας κροατικά, πεποίθηση στα κροατικά
Μεταφράσεις
- πεπαλαιωμένος στα κροατικά - iscrpljen, istrošeni, izlizan, istrošena, izmoreno
- πεπερασμένος στα κροατικά - određen, ograničen, konačan, konačni, konačnih, konačnog, konačna
- πεπρωμένο στα κροατικά - kob, sudbina, udes, sudbinu, je sudbina, sudbine, sudbinom
- πεπτικός στα κροατικά - hranljiv, prehrambeni, probavni, probavnog, probavnih, probavnom, probavnom sustavu
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: osuda, vjerovanja, vjera, vjerovanje, uvjerenje, presuda, uvjerenju, je uvjerenje
Μεταφράσεις: osuda, vjerovanja, vjera, vjerovanje, uvjerenje, presuda, uvjerenju, je uvjerenje