Πεποίθηση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
перакананне, перакананьне, перакананасць, упэўненасць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεποίθηση
δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πεποίθηση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πεπαλαιωμένος στα λευκορωσικά - зношаны
- πεπερασμένος στα λευκορωσικά - канчатковы
- πεπρωμένο στα λευκορωσικά - лёс, судьба
- πεπτικός στα λευκορωσικά - стрававальны, стрававальнай
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: перакананне, перакананьне, перакананасць, упэўненасць
Μεταφράσεις: перакананне, перакананьне, перакананасць, упэўненасць