Πεποίθηση στα νορβηγικά

Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tro, overbevisning, overbevisning om, bevisn, bevisningen, dom
Πεποίθηση στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεποίθηση

δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πεποίθηση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • πεπαλαιωμένος στα νορβηγικά - utslitt, utslitte, slitt, slitt ut, slitte ut
  • πεπερασμένος στα νορβηγικά - finite, endelig, begrenset, endelige, bestemt
  • πεπρωμένο στα νορβηγικά - skjebne, skjebnen, fremtid, bestemmelse
  • πεπτικός στα νορβηγικά - fordøyelses, digestive, fordøyelsesenzymer, fordøyelseskanal, fordøyelsessystemet
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tro, overbevisning, overbevisning om, bevisn, bevisningen, dom