Πεποίθηση στα σλοβενικά
Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vera, víra, prepričanje, obsodba, obsodbe, obsodbo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεποίθηση
δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πεποίθηση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- πεπαλαιωμένος στα σλοβενικά - obrabljen, dotrajana, obrabljena, obrabljeni, izčrpanih
- πεπερασμένος στα σλοβενικά - končnih, končna, končno, finite, končen
- πεπρωμένο στα σλοβενικά - ukaza, usoda, destiny, usodo, usodi, usode
- πεπτικός στα σλοβενικά - Prebavni, prebavne, prebavnih, prebavil
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vera, víra, prepričanje, obsodba, obsodbe, obsodbo
Μεταφράσεις: vera, víra, prepričanje, obsodba, obsodbe, obsodbo