Πεποίθηση στα φινλανδικά

Μετάφραση: πεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oletus, vaikutus, jälki, painatus, usko, mielipide, vaikutelma, tuomio, olettamus, vakaumus, vakuuttunut, vakuuttunut siitä
Πεποίθηση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεποίθηση

δικανική πεποίθηση, πεποίθηση ετυμολογία, πεποίθηση αντώνυμο, πεποίθηση αγγλικά, πεποίθηση στα αγγλικά, πεποίθηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πεποίθηση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • πεπαλαιωμένος στα φινλανδικά - entisajan, antiikkinen, vanhentunut, kuluneet, kulunut, kuluneita, kulunut loppuun, ...
  • πεπερασμένος στα φινλανδικά - äärellinen, rajallinen, äärellisen, finite, äärellisellä
  • πεπρωμένο στα φινλανδικά - sallimus, kaitselmus, elämänkohtalo, osa, kohtalo, määrätä, kohtalon, ...
  • πεπτικός στα φινλανδικά - ruoansulatusta edistävä, ruoansulatus, ruoansulatuskanavan, ruoansulatuskanavasta, ruoansulatusta
Τυχαίες λέξεις
Πεποίθηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: oletus, vaikutus, jälki, painatus, usko, mielipide, vaikutelma, tuomio, olettamus, vakaumus, vakuuttunut, vakuuttunut siitä