Ορκίζομαι στα σλοβακικά
Μετάφραση: ορκίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sľub, prisahať, zložiť prísahu, prísahu, dôverovať, prísahať
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορκίζομαι
ορκίζομαι συνώνυμα, ορκίζομαι αντύπας, ορκίζομαι στα αγγλικά, cosmopolitan ορκίζομαι, ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις την πατρίδα, ορκίζομαι λεξικό γλώσσας σλοβακικά, ορκίζομαι στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- οριστικά στα σλοβακικά - samozrejme, rozhodne, určite, dôrazne
- οριστικός στα σλοβακικά - určitý, istý, definitívny, definitívnej, definitívnu, definitívne, konečné
- ορκισμένος στα σλοβακικά - prísahu, sľub, prísahy
- ορμέμφυτος στα σλοβακικά - inštinktívna, inštinktívny, inštinktívne, inštinktívnou, inštinktívnej
Τυχαίες λέξεις
Ορκίζομαι στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: sľub, prisahať, zložiť prísahu, prísahu, dôverovať, prísahať
Μεταφράσεις: sľub, prisahať, zložiť prísahu, prísahu, dôverovať, prísahať