Αμείβω στα τούρκικα

Μετάφραση: αμείβω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
altında kalmamak, requite, cezalandırırız, cezalandıracağız, acısını çıkarmak
Αμείβω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμείβω

αμείβω αμοιβή, αμείβω κλιση, αμείβω ή αμείβω, αμείβω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμείβω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αμβλύς στα τούρκικα - dürüst, içten, açık, donuk, sıkıcı, mat, sönük, ...
  • αμβροσία στα τούρκικα - ölümsüzlük yemeği, ambrosia, tanrı yemeği, tadı ve kokusu güzel, çok lezzetli yemek
  • αμελητέος στα τούρκικα - önemsiz, ihmal edilebilir, ihmal, ihmal edilebilir bir, göz ardı edilebilir
  • αμελώ στα τούρκικα - ihmal, kayıtsızlık, eksik, cimrilik, skimp, cimri, az vermek
Τυχαίες λέξεις
Αμείβω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: altında kalmamak, requite, cezalandırırız, cezalandıracağız, acısını çıkarmak