Αυταπόδεικτος στα σουηδικά

Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
AXIOMATISK
Αυταπόδεικτος στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος

αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αυταπόδεικτος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αυτήν στα σουηδικά - hennes, henne, sin, sitt, hon
  • αυτί στα σουηδικά - ax, öra, örat, öron, hörsel
  • αυταρέσκεια στα σουηδικά - trångsynthet, självbelåtenhet, självgodhet
  • αυταρχικός στα σουηδικά - bossy, diktatorisk, domdera, kalv, på bossy
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: AXIOMATISK