Αυταπόδεικτος στα κροατικά
Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
očigledan, izvjestan, neoboriv, aksiomatičan, aksiomatski, aksiomatske
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος
αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας κροατικά, αυταπόδεικτος στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αυτήν στα κροατικά - njena, njenih, joj, njoj, njezin, njen, ju, ...
- αυτί στα κροατικά - uho, uha, otorinolaringolog, uška, uhu, ear, sluh
- αυταρέσκεια στα κροατικά - samozadovoljstvo
- αυταρχικός στα κροατικά - zapovjednički, zapovijedan, bossy
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: očigledan, izvjestan, neoboriv, aksiomatičan, aksiomatski, aksiomatske
Μεταφράσεις: očigledan, izvjestan, neoboriv, aksiomatičan, aksiomatski, aksiomatske