Αυταπόδεικτος στα νορβηγικά
Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
axiomatical
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος
αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αυταπόδεικτος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αυτήν στα νορβηγικά - henne, hennes, sin, sitt, hun
- αυτί στα νορβηγικά - øre, øret, ear
- αυταρέσκεια στα νορβηγικά - selvtilfredshet, smugness
- αυταρχικός στα νορβηγικά - sjefete, bossy
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: axiomatical
Μεταφράσεις: axiomatical