Αυταπόδεικτος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
axiomático
Αυταπόδεικτος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος

αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυταπόδεικτος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αυτήν στα πορτογαλικά - seu, ela, daqui, seus, lhe, sua, suas, ...
  • αυτί στα πορτογαλικά - ouvido, águia, orelha, ouvidos, da orelha, de orelha
  • αυταρέσκεια στα πορτογαλικά - smugness, presunção, complacência, convencimento, a presunção
  • αυταρχικός στα πορτογαλικά - mandão, bossy, mandona, autoritária, autoritário
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: axiomático