Αυταπόδεικτος στα ισλανδικά
Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
axiomatical
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος
αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυταπόδεικτος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αυτήν στα ισλανδικά - hennar, hana, sinn, henni, henni að, hún
- αυτί στα ισλανδικά - eyra, eyrað, í eyra, og eyra, eyru
- αυταρέσκεια στα ισλανδικά - smugness
- αυταρχικός στα ισλανδικά - agressívur
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: axiomatical
Μεταφράσεις: axiomatical