Αυταπόδεικτος στα τσεχικά
Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
axiomatický, samozřejmý, axiomatické
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος
αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας τσεχικά, αυταπόδεικτος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αυτήν στα τσεχικά - své, ji, svůj, jí, její, ní, ni
- αυτί στα τσεχικά - slyšení, ucho, poutko, vyslechnutí, závěs, ušní, klas, ...
- αυταρέσκεια στα τσεχικά - potěšení, spokojenost, uspokojení, samolibost
- αυταρχικός στα τσεχικά - panovačný, velitelský, pánovitý, panovačná
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: axiomatický, samozřejmý, axiomatické
Μεταφράσεις: axiomatický, samozřejmý, axiomatické