Αφοπλισμένος στα ισπανικά

Μετάφραση: αφοπλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desarmado, desarmados, desarmada, desarmado a, desarmadas
Αφοπλισμένος στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφοπλισμένος

αφοπλισμένος ο αστυνομικός της γειτονιάς, αφοπλισμένος λεξικό γλώσσας ισπανικά, αφοπλισμένος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αφιλόξενος στα ισπανικά - inhospitalario, inhóspito, inhóspita, inhóspitos, inhóspitas
  • αφομοίωση στα ισπανικά - asimilación, la asimilación, asimilación de, de asimilación, la asimilación de
  • αφοπλισμός στα ισπανικά - desarme, el desarme, de desarme, del desarme, al desarme
  • αφορίζω στα ισπανικά - excomulgar, excomulgar a, excommunicate, excomulgarlo, excomunión a
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμένος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: desarmado, desarmados, desarmada, desarmado a, desarmadas